ΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟΣ

الأربعاء، 13 يونيو 2012

Φιλική Εταιρία «Οι μυσταγωγοί ήρωες του Έθνους μας»



(του ΜΠΟΥΤΑΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ)
Η Φιλική Εταιρία συστήθηκε στην Οδησσό της Ρωσίας το καλοκαίρι του 1814 από τους Νικόλαο Σκουφά, τον Αθανάσιο Τσακάλωφ και τον Εμμανουήλ Ξάνθο. Σαν ιδρυτική ημερομηνία ορίστηκε συμβολικά η 14η Σεπτεμβρίου, λόγω της επετείου της ύψωσης του Τιμίου Σταυρού. Η Φιλική Εταιρία ενσάρκωσε το διάχυτο πόθο της λευτεριάς των Ελλήνων του ‘21. Σαν πυξίδα έδωσε πραγματική κατεύθυνση στους επαναστάτες για να μην πνιγεί ο Αγώνας τους στο αίμα.

«Η Φιλική Εταιρία»
Σκοπός της Φιλικής Εταιρίας ήταν να ενεργοποιήσει, να οργανώσει και να συνενώσει τις δυνάμεις του Έθνους για την Επανάσταση. Η συνωμοτική αυτή οργάνωση συνέδραμε να συνειδητοποιήσουν οι Έλληνες τη δυνατότητα απελευθέρωσής τους, οδηγώντας τελικά το Έθνος σε επανάσταση. Μετά την έκρηξη του κινήματος στη Μολδοβλαχία, το έργο της Εταιρίας είχε ουσιαστικά ολοκληρωθεί.
H δύναμη της Φιλικής Εταιρίας βασιζόταν στη μυστικότητα της «Aόρατης ή Kινητικής Aρχής». Η Αόρατος Αρχή περιβλήθηκε από την πρώτη στιγμή με τέτοια μυστική αίγλη, ώστε να πιστεύεται ότι συμμετείχαν σε αυτήν πολλές σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο τσάρος της Ρωσίας. Οι ηγέτες της Εταιρίας άφηναν σκόπιμα να κυκλοφορούν τέτοιες φανταστικές ειδήσεις ώστε να δημιουργήσουν στα μέλη της ένα ενθαρρυντικό ψυχολογικό κλίμα.


Ως προς τη δομή, η Φιλική Eταιρεία διέθετε αρχικά πέντε βαθμίδες μύησης. Οι Εταίροι διακρίνονταν σε:
Βλάμηδες ή Αδελφοποιητές: μέλη με στρατιωτική προετοιμασία.
Συστημένους: κυρίως μικρέμπορους ομογενείς.
Ιερείς, Ποιμένες και Αρχιποιμένες: πρόσωπα με κατηχητική αποστολή.Αργότερα καθιερώθηκαν και δύο στρατιωτικοί βαθμοί:
οι Αφιερωμένοι και οι Αρχηγοί των Αφιερωμένων.
H διαδικασία της μύησης διαρκούσε αρκετές ημέρες. Ο μυημένος έδινε ένα βαρύτατο όρκο επάνω στο Ευαγγέλιο, το «Mεγάλο Όρκο», και ακολουθούσε η «καθιέρωση», δηλαδή η αποδοχή του νέου φιλικού ως μέλους της Eταιρείας ενώ του δινόταν το «εφοδιαστικό» γράμμα.
Τα άτομα που συνδέθηκαν φιλικά υπολογίζονται σε δεκάδες χιλιάδες, αν και τα γνωστά ονόματα των Εταίρων είναι μόλις 1.096. Οι αθρόες μυήσεις άρχισαν κυρίως μετά το 1818 γιατί τα τέσσερα πρώτα χρόνια υπήρχε μεγάλη διστακτικότητα απέναντι στο παράτολμο σχέδιο της οργάνωσης. Παράλληλα, το κύρος των τριών μικρέμπορων ιδρυτών δεν ενέπνεε την απαραίτητη εμπιστοσύνη.

 Το έμβλημα της Φιλικής Εταιρίας αποτελούσε το γνώρισμα που χορηγούσε η ηγεσία στα μέλη της. Το έμβλημα ονομάζεται "Εφοδιαστικό" και αποτελούσε κρυπτογραφημένη βεβαίωση για την ιδιότητά τους. Πρόκειται για δύο δόρατα χιαστί με αναρτημένα λάβαρα και στο σημείο τομής των δοράτων υπάρχει ένας σταυρός δαφνοστεφής. Στα λάβαρα αναγράφονται τα γράμματα «ΗΕΑ» και «ΗΘΣ», που είναι γράμματα των λέξεων «Ή ΕλευθερίΑ Ή ΘάνατοΣ». Η κρυπτογραφική χρήση του αλφαβήτου, οι συνθηματικές λέξεις, η πολύπλοκη ιεραρχία και οι τελετουργικές διαδικασίες εξασφάλιζαν αφενός μεν την πίστη και τον ενθουσιασμό των μελών της, αφετέρου δε τη μυστικότητα της οργάνωσης.
ΟΙ ΠΡΟΔΡΟΜΟΙ ΤΟΥ ‘21
«Νικόλαος Σκουφάς»
Ο Νικόλαος Σκουφάς γεννήθηκε στο Κομπότι της Άρτας το 1779. «Σκουφάς» δεν είναι το αληθινό του όνομα, αλλά παρωνύμιο που του δόθηκε επειδή ασχολήθηκε με την κατασκευή σκούφων. Το οικογενειακό του επώνυμο ήταν «Κουμπάρος».
Όταν ο Μουχτάρ, ο γιος του Αλή Πασά, πήρε το κτήμα του για τσιφλίκι και μονοπώλησε το είδος του εμπορίου που ασχολούνταν, ο Σκουφάς κατέφυγε στην Άρτα. Το 1813 ξενιτεύτηκε στην Οδησσό όπου άσκησε το παλιό του επάγγελμα. Όμως ο Σκουφάς είχε άλλα ενδιαφέροντα. Έλεγε «Έχεις πλούτη αμέτρητα, παλάτια και χρήματα; Ε, και λοιπόν; Αν δεν έχεις πίστη, αν δεν έχεις σκοπό, είσαι τυχοδιώκτης. Ευτυχής δεν είναι όποιος έχει χρήματα, αλλά αυτός που είναι ελεύθερος άνθρωπος. Και ακόμα πιο ανώτερος, αυτός που θα αγωνιστεί να κερδίσει την ελευθερία του… Όλοι θέλουνε τη λευτεριά τους. Όμως αυτό δεν φτάνει. Αν τη θες με λόγια είναι σαν να κοροϊδεύεις τον εαυτό σου. Αν τη θες πραγματικά τη λευτεριά να το δείξεις με έργα, με απόφαση. Την απόφαση του θανάτου. Αποφάσισες να πεθάνεις για τη λευτεριά; Από κείνη τη στιγμή είσαι κιόλας ελεύθερος».
Το 1815 μυήθηκε στον Καρμποναρισμό από τον έλληνα έμπορο της Ρωσίας Κωνσταντίνο Ράδο. Η Καρμποναρία ήταν μυστική επαναστατική οργάνωση, ιδρυθείσα στην Ιταλία το 19ο αιώνα. Οι στόχοι των Καρμπονάρων ήταν φιλελεύθερο-δημοκρατικοί και εναντιώνονταν στις δυνάμεις της φεουδαρχίας.
Ο Σκουφάς ανέλαβε πρώτος τη διάδοση της Φιλικής Εταιρίας κάνοντας έρανο μεταξύ των ομογενών της Ρωσίας. Ως ένας άσημος και αποτυχημένος έμπορος, οι πρώτες του απόπειρες απέτυχαν στη Μόσχα και στην Πετρούπολη, παρόλο αυτά ευδοκίμησαν στην Οδησσό. Στην αρχή αντιμετώπισε τη δυσπιστία και την άρνηση πολλών, οι οποίοι θεωρούσαν το εγχείρημα ανεδαφικό και ανέφικτο. Χαρακτηρίστηκε μάλιστα ως άνθρωπος «ενδεής και απλούς, αποβλέψας δια της Φιλικής Εταιρίας εις αγυρτείαν και αργυρολογίαν». Όταν όμως στις 13 Δεκεμβρίου του 1814, ο Σκουφάς μύησε τον Γεώργιο Σέκερη που άνηκε σε ευκατάστατη οικογένεια Ελλήνων της Ρωσίας, το δυσμενές κλίμα άρχισε να ανατρέπεται.
Έπειτα ο Σκουφάς θεώρησε σκόπιμο να μεταφερθεί η έδρα της Εταιρίας στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο μεγάλος αριθμός των Ελλήνων, αλλά και η εξέχουσα θέση πολλών ομογενών, αποτελούσαν ευνοϊκό παράγοντα για την προετοιμασία του Αγώνα.
Ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρίας δεν έζησε να δει το έργο του και τους αγώνες του να δικαιώνονται. Ο μεγάλος αυτός Έλληνας έσβησε στις 31 Ιουλίου του 1819 από βραχύχρονη ασθένεια στο Μέγα Ρεύμα της Κωνσταντινούπολης. Η δράση του υπήρξε καθοριστική για την πορεία της Εταιρίας και ο θάνατός του βαρύ πλήγμα για αυτήν. Ο Σκουφάς υπήρξε άνθρωπος με αυστηρή ηθική, μέτρια παιδεία, αποφασιστικός, τολμηρός και φλογερός πατριώτης, και σ’ αυτόν οφείλεται σε μεγάλο μέρος η προπαρασκευή του αγώνα της εθνικής μας παλιγγενεσίας.
«Εμμανουήλ Ξάνθος»
Γεννήθηκε στην Πάτμο το 1772 και ολοκλήρωσε τις μέτριες μάλλον σπουδές του στην Πατμιάδα Σχολή. Αρχικά εγκαταστάθηκε στην Τεργέστη όπου σταδιοδρόμησε ως εμποροϋπάλληλος και έπειτα απήλθε στην Οδησσό ως γραμματικός του μεγαλέμπορου Βασίλειου Ξένου. Όταν το 1813 εστάλη χάριν εμπορίας στην Πρέβεζα και στην Πάργα προς αγορά ελαίου, μυήθηκε στα μυστήρια του Τεκτονισμού στη Στοά της Λευκάδας «Ένωσις». Εμποτισμένος με φιλελεύθερες αρχές και επηρεασμένος από τα άλλα απελευθερωτικά κινήματα της Ευρώπης, συνέπραξε στην ίδρυση της Φιλικής Εταιρίας. Η εμπειρία του ως ελευθεροτέκτονας βοήθησε ουσιωδώς την οργάνωση της Εταιρίας, η οποία έγινε πάνω σε καθαρά τεκτονικές βάσεις. Όπως γράφει μάλιστα ο ίδιος «…εδύνατο να ενεργηθή μια μυστική εταιρία κατά τους κανόνας ταύτης των Ελευθέρων Κτιστών».

 Έκτοτε ο Ξάνθος αποφασίζει να εγκαταλείψει το εμπόριο και από το Δεκέμβριο του 1814 εγκαθίσταται στην Κωνσταντινούπολη όπου εργάζεται δραστήρια για την προσέλκυση νέων μελών. Το σπίτι του εκεί έγινε κέντρο πολλών μυστικών συσκέψεων. Ενώ ο ίδιος πρότεινε για αρχηγό της Εταιρίας τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, τα υπόλοιπα μέλη διαφώνησαν έντονα γιατί ποθούσαν ως «Ανωτάτη Αρχή» τον Ιωάννη Καποδίστρια. Στις 15 Ιανουαρίου του 1820 συναντά τον Καποδίστρια στην Πετρούπολη και τον προτείνει να γίνει αρχηγός, όμως εκείνος δεν δέχτηκε. Μετά την άρνηση του Καποδίστρια, ο Ξάνθος λαμβάνει την πρωτοβουλία, παίρνοντας απάνω του την ιστορική ευθύνη, και αναθέτει την αρχηγία της Εταιρίας στον στρατηγό Αλέξανδρο Υψηλάντη, υπασπιστή του τσάρου Αλεξάνδρου Α’.
Μετά την ολοκλήρωση της Επανάστασης, ο Ξάνθος, παραγκωνισμένος και αγνοημένος, για δέκα περίπου χρόνια ζει αφανής στο Βουκουρέστι σε έσχατη ένδεια ώστε το 1832 η σύζυγός του με αναφορά της στη Δ’ Εθνοσυνέλευση ζητά το έλεος του έθνους. Περισσότερο όμως από την φτώχεια τον πίκρανε μια συκοφαντική εκστρατεία εις βάρος του, διότι αμφισβητήθηκε η εντιμότητά του ως ταμίας της Φιλικής Εταιρίας.
Το 1845 ο Ξάνθος δημοσίευσε τα Απομνημονεύματά του, πολύτιμη πηγή για την ιστορία της Εταιρίας, αφού κανείς από τους άλλους δύο ιδρυτές δεν άφησε παραπλήσιο κείμενο. Αποκρούοντας τις κατηγορίες, οι επικριτές του έσπευσαν να επανορθώσουν όσα μειωτικά είχαν γράψει για αυτόν και το κύρος του. Τελικώς η φήμη του αποκαταστάθηκε και το 1838 ο βασιλιάς Όθων του απένειμε το Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος. Στις 28 Νοεμβρίου του 1852 απεβίωσε στην Αθήνα διαμένοντας σε μία άθλια καλύβα. Παρόλο αυτά στην κηδεία του, του αποδόθηκαν τιμές στρατηγού.
«Αθανάσιος Τσακάλωφ»
Ανάμεσα σε δύο άσημους εμποροϋπαλλήλους βρίσκεται ένας διανοούμενος. Πρόκειται για τον νεότερο εκ των πρωτεργατών της Εταιρίας. Εν αντιθέσει με τους άλλους δύο που προέρχονταν από ταπεινό σόι, ο Τσακάλωφ ήταν παιδί της περίφημης Γιαννιώτικης οικογένειας Τεκελή. Όταν ο Αθανάσιος ήταν μόλις δώδεκα χρονών, ο Μουχτάρ, ο γιος του Αλή, διέταξε να τον αρπάξουν και να τον οδηγήσουν στο τουρκικό σαράι για να ικανοποιήσει τα επίμεμπτα πάθη του. Η μητέρα του όμως κατάφερε να γλυτώσει το παιδί της από την ατίμωση με τη βοήθεια ενός φίλου και γείτονα αρχιαστυνόμου.  Κρυμμένος για έξι μήνες σε ένα υπόγειο, ο πατέρας του κατάφερε να το φυγαδεύσει στη Ρωσία. Εκεί πήγε με το όνομα Τσακάλωφ ώστε να χάσει ο Μουχτάρ κάθε ίχνος του και να αποφευχθούν αντεκδικήσεις στην οικογένειά του.
Έπειτα ο Τσακάλωφ μετέβη στο Παρίσι για σπουδές. Εκεί έγινε μέλος στο Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο, μια ελληνογαλλική μυστική οργάνωση που θεωρείται πρόδρομος της Φιλικής Εταιρίας. Στόχος της ήταν η πνευματική αναγέννηση και διαφώτιση των Ελλήνων καθώς και η προετοιμασία της εξέγερσης ενάντια στον τουρκικό ζυγό.
Ο Τσακάλωφ θεωρείται πως είχε την πρωτοβουλία ίδρυσης της Εταιρίας. Ως απόδειξη μάλιστα αυτού, στον Κώδικα της Ανωτάτης Αρχής της Φιλικής Εταιρίας, πρώτο βρίσκεται το όνομά του. Καθώς ένα από τα πρωταρχικά μέλη της Φιλικής Εταιρίας, ο Νικόλαος Γαλάτης, είχε επιδείξει τυχοδιωκτική και προδοτική διαγωγή, ανατέθηκε στον Τσακάλωφ και στον Δημητρόπουλο η εξουδετέρωσή του. Μετά την επιτυχή εκτέλεση του Γαλάτη στην Ερμιόνη της Πελοποννήσου το Νοέμβριο του 1819, ο Τσακάλωφ αναγκάστηκε να καταφύγει στην Πίζα όπου παρέμεινε ως την έναρξη της Επανάστασης. Η έκρηξη του κινήματος στις παραδουνάβιες ηγεμονίες τον έκανε να σπεύσει αμέσως και ήταν μάλιστα ο μόνος από τους ιδρυτές που αντιμετώπισε σαν στρατιώτης τον εχθρό, ως υπασπιστής του Ιερού Λόχου στο Δραγατσάνι.
Κατά την Καποδιστριακή περίοδο ο Τσακάλωφ εμφανίζεται να υπηρετεί ως υπάλληλος στο στρατιωτικό λογιστικό του Γενικού Φροντιστηρίου. Μετά όμως τη δολοφονία του Καποδίστρια εγκαταλείπει οριστικά την Ελλάδα και εγκαθίσταται στη Μόσχα, όπου απεβίωσε το 1851 ολότελα λησμονημένος από το επίσημο ελληνικό κράτος.
Ο ενθουσιασμός και η πίστη των πρώτων Φιλικών αντί να λιγοστέψει μπροστά στις αντιξοότητες, θέριευε περισσότερο. Απέδειξε πως η εκ των προτέρων οργάνωση και η πίστη σε κοινά ιδανικά είναι δυνάμεις ανυπέρβλητες. Το 1814 τρεις τολμηροί οραματιστές κατάφεραν να εμφυσήσουν ελπίδα σε όλον τον Ελληνισμό και να οργανώσουν τον Αγώνα τους. Η τριανδρία των ιδρυτών δεν είχε ούτε πολλά χρήματα, ούτε πνευματική υπεροχή, ούτε κοινωνική λάμψη. Όμως η φλογισμένη ψυχή τριών ανδρών, γυμνών από κάθε επίκτητη δύναμη, κατάφερε να γίνει κατήχηση κάθε ραγιά και να αποτελέσει το προζύμι του μεγάλου ξεσηκωμού.

πηγή: reporter.gr