ΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟΣ

Παρασκευή 27 Ιουνίου 2008

Οι Ιππότες του Ναού

Το τάγμα των Ιπποτών του Ναού, ή Ναϊτών όπως έμειναν στην ιστορία, αποτέλεσε για σχεδόν 200 χρόνια μια από τις πιο σημαντικές στρατιωτικές και οικονομικές δυνάμεις της εποχής του. Μια εποχή ταραγμένη και σκοτεινή που μέχρι σήμερα δίνει τροφή σε υποθέσεις, μύθους, ακόμα και σύγχρονες θεωρίες συνομωσίας. Οι Ναίτες ιππότες ήταν στρατιώτες, μοναχοί, τραπεζίτες και ίσως θεματοφύλακες κάποιου μεγάλου, επικίνδυνου μυστικού, που προκάλεσε τελικά και την πτώση τους.

Η ιστορία
Το 1118 στην Ιερουσαλήμ, αμέσως μετά την 1η σταυροφορία ο Γάλλος ιππότης Hugues de Payens και 8 σύντροφοί του έδωσαν όρκους πενίας και πίστης στο Χριστό, συστήνοντας το πρώτο ιπποτικό-μοναστικό τάγμα με την επωνυμία «φτωχοί ιππότες του Χριστού και του Ναού». Ο τότε Βασιλιάς της Ιερουσαλήμ Βαλδουίνος ο 2ος τους υποστήριξε υλικά και οικονομικά και τους παραχώρησε ένα κατάλυμα για να στεγαστούν, με αντίτιμο την προστασία των προσκυνητών των Αγίων Τόπων. Το κατάλυμα που τους παραχωρήθηκε βρισκόταν στο χώρο όπου πιστευόταν πώς ήταν κάποτε χτισμένος ο Ναός του Σολόμωντα. Από εκεί πήραν και το όνομα με το οποίο έμειναν στην ιστορία.
Δέκα χρόνια μετά την ίδρυσή τους, το 1128 στην Troyes της Γαλλίας διατυπώθηκε ο πρώτος βασικός κανόνας λειτουργίας του τάγματος βασισμένος στα πρότυπα των Κιστερκιανών μοναχών. Μοναδική αρχή στην οποία υπαγόντουσαν ήταν ο ίδιος ο Πάπας, ενώ ο Μεγάλος Μάγιστρος του τάγματος είχε πλήρη και απόλυτη εξουσία επί των μελών.
Η σφραγίδα του τάγματος: δύο ιππότες πάνω σε ένα άλογο. Συμβολισμός των όρκων πενίας και της συντροφικότητας των Ναϊτών
Ο τρόπος ζωής τους ήταν ένας συνδυασμός μοναστικής ζωής και σκληρής στρατιωτικής πειθαρχίας. Κάθε νέο μέλος του τάγματος καλούταν να απαρνηθεί κάθε προσωπική περιουσία και εξουσία και να αφιερωθεί πλήρως και αποκλειστικά σε αυτό. Για την εισαγωγή του στις τάξεις των Ναιτών έπρεπε να περάσει από μια διαδικασία μύησης για την οποία σχεδόν τίποτε δεν είναι γνωστό, αν και οι εικασίες περισσεύουν. Θεωρείται βέβαιο πώς η διαδικασία αυτή περιελάμβανε μια σειρά σωματικών και πνευματικών δοκιμασιών που αφενός θα πρόκριναν τους άξιους προς ένταξη και αφετέρου θα τους προετοίμαζαν για τη σκληρή ζωή που θα ακολουθούσε.
Η εκρηκτική αύξηση της δύναμης και της επιρροής τους μάλλον οφείλεται σε ένα συνδυασμό στοιχείων. Η πλήρης ανεξαρτησία τους από κάθε εξουσία πλήν αυτής του Παπικού θρόνου ήταν σίγουρα ένα από αυτά. Η συγκεντρωτική μορφή λειτουργίας τους και η απόλυτη αρχή του Μεγάλου Μάγιστρου ένα άλλο. Το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον της εποχής ένα τρίτο. Οι Ναίτες κατόρθωσαν να αποτελέσουν μια στρατιωτική και οικονομική δύναμη πολύ ισχυρότερη των περισσοτέρων βασιλείων της εποχής.
Η στρατιωτική τους ισχύς ήταν αποτέλεσμα κυρίως της σκληρής εκπαίδευσης και πειθαρχίας τους. Οι αριθμοί τους δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα εντυπωσιακοί, καθώς το σύνολο των ιπποτών, ακολούθων και ιερέων του τάγματος δεν ξεπέρασε ποτέ τις 20.000, ενώ σε καμία μάχη δεν παρατάχθηκαν περισσότεροι από 1.000 Ναίτες.
Όμως πραγματικά εντυπωσιακή ήταν η οικονομική τους δύναμη. Φαίνεται παράξενο το πώς είναι δυνατό μία ομάδα ανθρώπων οι οποίοι έχουν λάβει όρκους πενίας, κατάφερε να συγκεντρώσει τόσους οικονομικούς πόρους. Η απάντηση φαίνεται πώς είναι αρκετά σύνθετη. Τα μέλη, δίνοντας όρκο πενίας παραχωρούσαν τα κινητά και ακίνητα υπάρχοντά τους στο τάγμα. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν πώς αρκετοί από τους ιππότες ήταν κάποτε ευγενείς και κάτοχοι σημαντικών μερικές φορές περιουσιών, προκύπτει μία πηγή εσόδων. Όμως την πραγματική πηγή του πλούτου τους πρέπει να την αναζητήσει κανείς στην εφαρμογή της πρώτης οργανωμένης μορφής παροχής τραπεζικών υπηρεσιών. Οι προσκυνητές που επισκέπτονταν τους Άγιους Τόπους μπορούσαν να καταθέτουν χρήματα ή άλλα πολύτιμα αντικείμενα σε ένα φυλάκιο των Ναϊτών, λαμβάνοντας μια πιστωτική επιστολή η οποία θα μπορούσε να εξαργυρωθεί σε κάποιο άλλο φυλάκιο, πιθανώς με την κράτηση κάποιας «προμήθειας» ή «εξόδων φύλαξης». Έτσι μπορούσαν να μετακινούνται στην περιοχή χωρίς τον κίνδυνο να χάσουν τις περιουσίες τους από κάποιους ληστές. Όμως πολλές φορές έχαναν τη ζωή τους και τα χρήματα και άλλα πολύτιμα έμεναν στις αποθήκες των Ναιτών. Επίσης το τάγμα παρείχε υπηρεσίες χορήγησης δανείων προς ευγενείς που βρισκόντουσαν σε οικονομικές δυσχέρειες, ακόμα και σε βασιλιάδες, λαμβάνοντας σε αντάλλαγμα εκτάσεις γης ή χρεώνοντας τόκους για την επιστροφή του κεφαλαίου. Όλα ανεξαιρέτως τα ιπποτικά τάγματα της εποχής απέκτησαν περιουσία και δύναμη, κανένα όμως τόση όση οι «φτωχοί ιππότες του Χριστού και του Ναού». Οι Ναίτες, χωρίς καμία υπερβολή, έθεσαν, κυρίως το 13ο αιώνα, τις βάσεις του σύγχρονου τραπεζικού συστήματος.
Το τρίπτυχο στρατιωτικής ισχύος, οικονομικής δύναμης και πλήρους αυτονομίας φαίνεται πώς ήταν και η βασική αιτία που προκάλεσε τη διάλυσή τους.
Μετά την απώλεια των Αγίων Τόπων οι Ναίτες είχαν μεταφερθεί στην Ευρώπη και παρότι είχαν εξαπλωθεί σε αρκετές χώρες οι περισσότεροι από αυτούς είχαν εγκατασταθεί στη Γαλλία. Στις 13 Οκτωβρίου 1307 (κατά μία εκδοχή ο αριθμός 13 οφείλει τη φήμη του ως γρουσούζικος σε αυτό ακριβώς το συμβάν), με εντολή του Βασιλιά Φιλίππου της Γαλλίας, συνελήφθησαν όλοι οι Ναίτες της Γαλλίας, μεταξύ των οποίων και ο Μέγας Μάγιστρος Jacques de Molay. Επρόκειτο για μια καλά οργανωμένη επιχείρηση η οποία κατάφερε να αιφνιδιάσει τους Ναίτες. Οι κατηγορίες ήταν θρησκευτικής φύσεως και επικεντρώνονταν στο περιεχόμενο των μυστικών τελετών μύησης των μελών του τάγματος. Οι Ναίτες κατηγορήθηκαν ως αιρετικοί, ειδωλολάτρες και ομοφυλόφιλοι και παραδόθηκαν σε ανακριτές-δικαστές της Ιεράς Εξέτασης.
Οι ανακριτές, χρησιμοποιώντας βασανιστήρια κατόρθωσαν να αποσπάσουν ομολογίες από αρκετά μέλη του τάγματος. Πρέπει να σημειωθεί ότι η μέθοδος απόσπασης ομολογιών με τη μέθοδο των βασανιστηρίων ήταν βασική αρχή του νομικού συστήματος της εποχής, καθώς ήταν ο μόνος τρόπος να στοιχειοθετηθεί κατηγορία, απουσία αυτόπτων μαρτύρων.
Η πρώτη αντίδραση του τότε Πάπα, του Κλήμη V ήταν μάλλον οργισμένη, καθώς ήταν ο μόνος που είχε το δικαίωμα να ασκεί έλεγχο στο τάγμα. Όμως είχαν ήδη προκύψει οι πρώτες ομολογίες. Στο σημείο αυτό υπάρχει διχογνωμία μεταξύ πολλών ιστορικών για το κατά πόσο ο Φίλιππος και ο Κλήμης ήταν σε συνεννόηση πριν τις συλλήψεις του 1307. Φαίνεται πάντως πιθανότερο ότι ο Φίλιππος ξεκίνησε το διωγμό με δική του πρωτοβουλία και οι όποιες συνεννοήσεις έγιναν στη συνέχεια.
Το 1308 ξεκίνησε η διερεύνηση των κατηγοριών από τις Παπικές επιτροπές και οι συλλήψεις και ανακρίσεις επεκτάθησαν και εκτός Γαλλίας, σε όλα τα μέρη όπου υπήρχαν Ναίτες. Στις περισσότερες από τις άλλες χώρες (Αγγλία, Ισπανία, Γερμανία) οι ιππότες του τάγματος κηρύχθηκαν αθώοι, με την εξαίρεση μεμονωμένων ατομικών περιπτώσεων. Όμως στη Γαλλία η υπόθεση είχε κριθεί. Όσα μέλη του τάγματος είχαν ομολογήσει φυλακίστηκαν, και οι ποινές τους περιελάμβαναν συστηματική κατήχηση για την επαναφορά στον ορθό δρόμο. Όσοι ανακάλεσαν τις ομολογίες τους, συνολικά 54 μέλη του τάγματος, θεωρήθηκαν αμετανόητοι αιρετικοί και οδηγήθηκαν στην πυρά στις 12 Μαίου 1310, στο Παρίσι.
Στις 16 Οκτωβρίου 1311, η Σύνοδος της Βιέννης στην οποία διενεργήθηκε η συνολική εξέταση της δράσης του τάγματος αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να αποδειχθεί πώς το τάγμα, ως συντεταγμένος οργανισμός είχε υιοθετήσει αιρετικές απόψεις και πρακτικές και ότι οι όποιες ομολογίες αφορούσαν μεμονωμένα άτομα. Κατά συνέπεια προτάθηκε, κατά πλειοψηφία, η μη διάλυση του τάγματος. Όμως ο Πάπας, προφανώς πιεζόμενος από το Βασιλιά της Γαλλίας, αποφάσισε τη διάλυση του τάγματος στις 22 Μαρτίου 1312, χωρίς όμως την καταδίκη του. Η περιουσία των Ναιτών είτε δημεύτηκε είτε παραχωρήθηκε στους Ιωαννίτες ιππότες, ενώ τα μέλη του τάγματος στις χώρες πλήν της Γαλλίας, είτε εντάχθηκαν σε άλλα ιπποτικά τάγματα, είτε ακολούθησαν το μοναστικό βίο.
Σε εκκρεμότητα ήταν ακόμα η τύχη του Μεγάλου Μάγιστρου Jacques de Molay και των τριών υπαρχηγών του. Είχαν ομολογήσει την ενοχή τους και έπρεπε να επανέλθουν στην ορθή πίστη. Όμως, κατά τη διάρκεια της δημόσιας τελετής για την ανάγνωση της ποινής τους, μπροστά στη Notre Dame του Παρισιού, ο Jacques de Molay ανακάλεσε την ομολογία του και διακήρυξε τόσο τη δική του αθωότητα, όσο και το άδικο και ψευδές των κατηγοριών εναντίον ολόκληρου του τάγματος. Μετά από αυτή την ανάκληση της ομολογίας του, στην οποία τον ακολούθησε και ένας από τους υπαρχηγούς του, οδηγήθηκε στην πυρά, στις 19 Μαρτίου 1314. Σύμφωνα με το θρύλο ο Jacques de Molay, μέσα από την πυρά, καταράστηκε τον Πάπα και το Βασιλιά της Γαλλίας να εμφανισθούν ενώπιον του δικαστηρίου του Θεού πριν τελειώσει ο χρόνος. Και οι δύο πέθαναν λίγο αργότερα.
Το θέμα της ενοχής ή όχι των Ναιτών και της ακρίβειας των κατηγοριών που τους βάρυναν εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να διχάζει τους ιστορικούς και μελετητές. Δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι είναι πολύ πιθανό, στις τελετές μύησης να είχαν εισέλθει και αρκετά στοιχεία ανατολίτικης μυσταγωγίας, ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασής με τους λαούς της Ανατολικής Μεσογείου και τους αντιπάλους τους στους Αγίους Τόπους. Σε ποιο βαθμό και με ποια μορφή παραμένει άγνωστο, καθώς ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά για τις τελετές μύησης και το ακριβές τελετουργικό τους.
Οι σύγχρονες οργανώσεις, οι περισσότερες από αυτές ιδρύθηκαν το 19ο αιώνα, που διεκδικούν τον τίτλο των αυθεντικών συνεχιστών της παράδοσης του τάγματος είναι αρκετές και καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα, από απλές κοινωνικές ομάδες μέχρι τμήματα των Ελεύθερων Τεκτόνων.

Οι εικασίες
Η ιστορία των Ιπποτών του Ναού και κυρίως ο τρόπος με τον οποίο τερματίστηκε η ύπαρξη του τάγματος, έχουν δώσει τροφή σε μια σειρά από θεωρίες. Σύμφωνα με τις θεωρίες αυτές, η δύναμη και η επιρροή των Ναϊτών πρέπει να οφειλόταν και σε κάποια άλλη παράμετρο πέραν αυτών που ήδη αναφέρθησαν.
Μία από αυτές τις θεωρίες υποστηρίζει ότι οι Ναίτες, κατά τη διάρκεια του στρατωνισμού τους στο μέρος όπου βρισκόταν ο Ναός του Σολόμωντα, κατόρθωσαν να ανακαλύψουν την Κιβωτό της Διαθήκης, σε μια κρύπτη, κάτω από τη γη. Η Κιβωτός αποτελούσε το «θησαυρό» των Ναϊτών που συχνά αναφέρεται σε διάφορα κείμενα της εποχής, αλλά και ιστορικά βιβλία που έχουν γραφτεί για το τάγμα. Η κατοχή αυτού του κειμηλίου αποτελούσε και την πραγματική πηγή της δύναμής τους, καθώς κατείχαν τον ίδιο το «Λόγο του Θεού». Μετά την αποχώρηση από τους Άγιους Τόπους η Κιβωτός φυλασσόταν στο Παρίσι και φυγαδεύτηκε μόλις την τελευταία στιγμή πριν τη σύλληψή τους από το Βασιλιά Φίλιππο, προς άγνωστη κατεύθυνση. Ο Φίλιππος και ο Πάπας στην πραγματικότητα επεδίωκαν την αφαίρεση της Κιβωτού από τους Ναίτες και τα βασανιστήρια που ακολούθησαν τις συλλήψεις αποσκοπούσαν στην αποκάλυψη του τόπου μεταφοράς της Κιβωτού. Όμως ποτέ δεν κατόρθωσαν να το μάθουν και η Κιβωτός παραμένει μέχρι σήμερα είτε ξεχασμένη στο μέρος όπου οδηγήθηκε όταν φυγαδεύτηκε από το Παρίσι, είτε υπό την προστασία ενός κλάδου των Ναϊτών που έχει παραμείνει ενεργός όλα αυτά τα χρόνια, με μόνη αποστολή τη φύλαξη του ιερού κειμηλίου.
Μια άλλη θεωρία αντικαθιστά την Κιβωτό με το Ιερό Δισκοπότηρο, ενώ μια τρίτη θεωρία, ίσως η πιο συναρπαστική από όλες, θέλει τους Ναίτες κατόχους και θεματοφύλακες ενός συγκλονιστικού μυστικού. Κατά μία εκδοχή το μυστικό αυτό τους μεταβιβάστηκε και ίσως η φύλαξή του απετέλεσε και το βασικό λόγο της ίδρυσης του τάγματος, ενώ κατά μία άλλη περιήλθε στην κατοχή τους μέσω της ανακάλυψης αρχαίων κειμένων όταν αυτοί βρισκόντουσαν στην Ιερουσαλήμ.
Η θεωρία αυτή στηρίζεται σε διάφορες αναφορές των λεγόμενων Γνωστικών ή Απόκρυφων Ευαγγελίων της Καινής Διαθήκης (κειμένων τα οποία για διάφορους λόγους δεν εντάχθηκαν στους κανόνα της Καινής Διαθήκης) και κυρίως αυτό του Φιλίππου. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή από αυτά τα γραπτά προκύπτει ότι ο Χριστός και η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν στην πραγματικότητα ανδρόγυνο και είχαν σαρκικές σχέσεις. Αυτή η άποψη έχει εκφραστεί αρκετές φορές, όμως η συγκεκριμένη θεωρία προχωρά ένα βήμα πιο πέρα. Καρπός του γάμου τους ήταν μία κόρη, η Σάρα, η οποία κυοφορούταν την εποχή της σταύρωσης του Χριστού. Σύμφωνα με τον κανόνα της Καινής Διαθήκης, μετά το θάνατο του Χριστού η Μαρία η Μαγδαληνή αποσύρθηκε από τα εγκόσμια, ασκητεύοντας σε μια σπηλιά, όπου και παρέμεινε μέχρι το θάνατό της. Σύμφωνα με την εν λόγω θεωρία, η έγκυος Μαρία έφυγε από την Παλαιστίνη και ταξίδεψε μέχρι τη Γαλατία, όπου και τελικά γέννησε τη Σάρα.
Ως απευθείας απόγονοι του Χριστού και της Μαρίας φέρονται οι πρώτοι Βασιλιάδες της Γαλλίας, η δυναστεία των Μεροβίγγειων, οι οποίοι έμειναν στην εξουσία από τον 5ο , μέχρι τα μέσα του 8ου αιώνα μΧ, όταν έδωσαν τη θέση τους στη δυναστεία των Καρολιδών. Όμως η γραμμή αίματος των Μεροβίγγειων διατηρήθηκε. Οι Ναίτες ήταν αφενός προστάτες της γραμμής αίματος του Χριστού, δηλαδή των απογόνων των Μεροβίγγειων και αφετέρου θεματοφύλακες του μυστικού, κατέχοντας εκείνα τα αρχαία κείμενα, πολύ πιο σαφή από τα Γνωστικά Ευαγγέλια, που το κατέγραφαν.
Η επιχείρηση εκκαθάρισης των Ναιτών οργανώθηκε από εκείνες τις δύο εξουσίες τις οποίες απειλούσε η γνώση του μυστικού. Τη κοσμική εξουσία του Βασιλιά της Γαλλίας ο οποίος πιθανώς θα κινδύνευε από κάποιον απόγονο των Μεροβίγγειων και την πνευματική εξουσία του Πάπα καθώς απειλούταν η ίδια η βάση του θρησκευτικού δόγματος. Τα βασανιστήρια αποσκοπούσαν στην αποκάλυψη τόσο της ταυτότητας των απογόνων του Χριστού και των Μεροβίγγειων, όσο και των κειμένων που περιείχαν τις αποδείξεις.
Η θεωρία τελειώνει με την εκτίμηση ότι και τα δύο μυστικά των Ναιτών παρέμειναν ασφαλή, στη φύλαξη κάποιου κλάδου του τάγματος που συνέχισε να υφίσταται, με πολύ λιγότερα μέλη και χωρίς ποτέ να εκδηλώνει την ύπαρξή του. Τα δύο μυστικά υπάρχουν ακόμα και σήμερα. Κάποιος ή κάποιοι απευθείας απόγονοι του Χριστού ζουν κάπου ανάμεσά μας και σε κάποια κρύπτη βρίσκονται κρυμμένα τα αρχαία κείμενα που καταγράφουν την άγνωστη ιστορία του Υιού του Θεού.
Τμήμα της Σινδόνης του Τορίνο
Το όνομα των Ναϊτών έχει εμπλακεί και στην υπόθεση της περίφημης Σινδόνης του Τορίνο, του κομματιού υφάσματος το οποίο φέρεται να είναι το σάβανο του Χριστού. Κατά μία εκδοχή, η Σινδόνη έφτασε στα χέρια των Ναϊτών κατά τη διάρκεια της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους το 1204, στην οποία συμμετείχε και το τάγμα. Λέγεται πώς η πρώτη δημόσια εμφάνιση της Σινδόνης έγινε το 1357, όταν η οικογένεια του Geoffrey de Charney, του ιππότη που κάηκε μαζί με το de Molay στο Παρίσι, την εξέθεσε στο κοινό για προσκύνημα. Οι προσπάθειες χρονολόγησης με άνθρακα 14 που διενεργήθηκαν από τρία ανεξάρτητα ακαδημαϊκά ιδρύματα, υπό την εποπτεία της Καθολικής Εκκλησίας, στα τέλη της δεκαετίας του 1980 κατέδειξαν ως πιθανή χρονολογία παραγωγής του υφάσματος τα τέλη του 13ου αιώνα μΧ., γεγονός που οδήγησε κάποιους στη, μάλλον αυθαίρετη υπόθεση, ότι ο άνθρωπος τα χαρακτηριστικά του οποίου έχουν αποτυπωθεί στη Σινδόνη δεν είναι άλλος από τον de Molay, την περίοδο των βασανισμών του από τους ιεροεξεταστές. Σε κάθε περίπτωση, τα περισσότερα στοιχεία των εξετάσεων στις οποίες έχει υποβληθεί η Σινδόνη οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για κατασκευασμένη απάτη.

Επίλογος
Τα μοναστικά-ιπποτικά τάγματα της περιόδου φέρνουν συνήθως στο μυαλό μας εικόνες συναθροίσεων και μυστικών τελετών σε μισοφωτισμένες από τη φωτιά δαυλών, πέτρινες αίθουσες κάστρων, όπου το χριστιανικό τελετουργικό ανακατεύεται με σατανιστικά σύμβολα και παγανιστικά κατάλοιπα. Ίσως οι κατηγορίες κατά των Ναιτών έχουν καταγραφεί στη συλλογική μας συνείδηση και έρχονται στην επιφάνεια με αυτό τον τρόπο.
Πόλος έλξης της φαντασίας μας είναι και τα μυστικά αρχαία κείμενα που μπορεί να κρύβονται στις βιβλιοθήκες μοναστηριών περιέχοντας μυστικά που μπορεί να αλλάζουν την εικόνα που έχουμε για τον κόσμο μας. Μήπως πρόκειται και πάλι για το προϊόν μιας συλλογικής υποσυνείδητης μνήμης;
Όσο και αν η θεωρία της «γραμμής αίματος του Χριστού» εξάπτει το ενδιαφέρον και έρχεται να συμπληρώσει με τρόπο σχεδόν ιδανικό τις παραπάνω παραστάσεις, είναι προφανές ότι έχει κενά. Για παράδειγμα η σύνδεση των απογόνων του Χριστού με τη δυναστεία των Μεροβίγγειων έρχεται μάλλον αυθαίρετα. Παράλληλα η καταγεγραμμένη ιστορία του διωγμού των Ναιτών παραπέμπει περισσότερο σε μια πάλη εξουσίας και συμφερόντων, από τις συνηθισμένες στην εποχή εκείνη.
Γιατί να προσπαθήσει κανείς να εξηγήσει το διωγμό τους μέσω των διαφόρων θεωριών για το ότι κατείχαν κάποιο σημαντικό, μυθικό, κειμήλιο, ή ένα τρομακτικό μυστικό και να μην αποδεχτεί το προφανές; Ότι η ισχύς τους, σε συνδυασμό με την αυτονομία τους, δεν ήταν πλέον ανεκτές από την κρατική εξουσία της χώρας στην οποία είχαν την έδρα τους και η οποία ασκούσε την εποχή εκείνη έντονη επιρροή στην πνευματική εξουσία που ήταν η μόνη αρμόδια να τους κρίνει και να τους διαλύσει.
Είναι πάντως αναμφισβήτητη η γοητεία που ασκεί η πιθανότητα της ύπαρξης κάποιου μεγάλου μυστικού, κάποιας άγνωστης ιστορίας στα θεμέλια του Χριστιανισμού, ή και της ανθρώπινης ιστορίας στο σύνολό της. Είναι άραγε απλά και μόνο η εκδήλωση της εξερευνητικής φύσης του ανθρώπου, της ανάγκης για γνώση, ή με κάποιο παράξενο τρόπο ξέρουμε ότι υπάρχει κάποιο ή κάποια χαμένα κομμάτια της ιστορίας μας και προσμένουμε την αποκάλυψή τους.
Πηγή:http://www.e-telescope.gr