Γιατί άραγε τίθεται ένα τέτοιο ερώτημα; Τι είναι αυτό που μας κάνει να θεωρούμε ότι η καθημερινότητα, οι δυσκολίες της και οι απολαύσεις της, αποτελούν εμπόδια για την πνευματικότητά μας; Μήπως τα καθημερινά μας προβλήματα μας αποσπούν από κάποια πνευματική εργασία, γιατί ίσως η καθημερινότητα είναι κάτι το διαφορετικό από την πνευματικότητα; Μήπως οι απολαύσεις είναι κάτι το κακό; Γιατί έχει ταυτιστεί η υλική μας ζωή με το κακό; Και αν η ύλη με όλες τις δυσκολίες της είναι κάτι το κακό, τότε ποιο είναι το καλό; Το να κλεινόμαστε σε ένα μοναστήρι, ή να απομονωνόμαστε σε έναν κόσμο δικής μας κατασκευής, φοβούμενοι τους πειρασμούς; Και το μοναστήρι – συμβολικό ή κυριολεκτικό, πάλι ύλη δεν είναι;
Όσο περνάει ο καιρός μέσα μου γεννιέται μια υποψία, η οποία σιγά σιγά μεταμορφώνεται σε βεβαιότητα. Έχω την εντύπωση, μεταξύ αστείου και σοβαρού, ότι κάποιοι έχουν σκοπό να μας κάνουν δυστυχισμένους. Δεν θέλουν να περνάμε καλά στην ζωή μας, δεν θέλουν να χαιρόμαστε και να απολαμβάνουμε όλα τα καλά αυτού του κόσμου. Μας έχουν υποβάλει την σκέψη ή μάλλον τον φόβο, ότι η υλική ζωή, υποχρεώσεις, δυσκολίες, καθήκοντα, αλλά κυρίως οι απολαύσεις δεν είναι κάτι το πνευματικό, είναι υλιστικό και αμαρτία. Δεν θέλω να υποστηρίξω ότι ο άνθρωπος το μόνο που πρέπει να επιδιώκει είναι η καλοπέρασή του. Η έννοια όμως της καλοπέρασης μπορεί να είναι πολύ ευρεία. Περνάμε καλά στην ζωή μας όταν διασκεδάζουμε, περνάμε καλά επίσης όταν εκτελούμε τα καθήκοντά μας. Αυτό σε έναν ισορροπημένο χαρακτήρα δημιουργεί το αίσθημα της πληρότητας, που δεν υπάρχει σε έναν ανώριμο που συνεχώς επιδιώκει το γλέντι και την τεμπελιά, παραμελώντας τις υποχρεώσεις του.
Ας δούμε όμως τι συμβαίνει σε βάθος. Τι θα μπορούσε να είναι η πνευματικότητα; Η ζωή μας μέσα στην ύλη είναι μια πραγματικότητα. Το πνεύμα που βρίσκεται; Είναι κάπου αλλού, ή εδώ; Αν είναι κάπου αλλού μήπως θα το συναντήσουμε εγκαταλείποντας το εδώ; Αν βγούμε με τους φίλους μας, διασκεδάσουμε κάπου, περάσουμε καλά, γελάσουμε, πούμε ανέκδοτα, σημαίνει ότι έχουμε εγκαταλείψει το πνεύμα; Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλοι μας γνωρίζουμε τις απόψεις του ασκητισμού. Αποσύρομαι από τα εγκόσμια και ζω στην απομόνωση. Αυτός θεωρείται από πολλούς ο καλύτερος τρόπος για την πνευματική μας εξέλιξη. Παραμένοντας βλοσυροί, κλεισμένοι σε ένα δωμάτιο, φοβούμενοι το άγγιγμα των ανθρώπων (για να μην σκανδαλιστούμε), απαγγέλλοντας συνεχώς νευρωτικές προσευχές για να κρατήσουμε μακριά τους πειρασμούς και αποστρέφοντας το βλέμμα μας και την ψυχή μας από τις "σειρήνες" αυτού του κόσμου, εξελισσόμαστε (σύμφωνα με αυτή την θεωρία). Αποστρέφουμε το βλέμμα μας από το χαμόγελο μιας γυναίκας γιατί ο Θεός είναι κάπου αλλού.
Θεωρώ ότι τα πράγματα είναι πολύ απλά. Αν θέλουμε να γίνουμε ασκητές, ας γίνουμε. Να το πραγματοποιήσουμε όμως εξ’ ολοκλήρου. Να πάμε σε ένα μοναστήρι, κάπου τέλος πάντων, και ας ακολουθήσουμε αυτό τον δρόμο. Ίσως σε τελική ανάλυση να μας ταιριάζει, να είναι η φύση μας τέτοια και να προοδεύσουμε με αυτόν τον τρόπο. Αν όμως επιλέξουμε να μην γίνουμε ασκητές, τον ασκητισμό ας τον ξεχάσουμε. Αφού δεν τον επιλέξαμε. Ας διασκεδάσουμε, ας περάσουμε καλά, ας κάνουμε σεξ, πριν η μετά τον γάμο - είναι απολύτως αδιάφορο. Τις ενοχές όμως τι τις θέλουμε; Οι ενοχές είναι ένδειξη ελλειμματικής απόφασης. Αποφασίσαμε να ζήσουμε στην λεγόμενη ζωή, όμως μέσα μας έχουμε και μια δόση ασκητικής νοοτροπίας εναντίον της ηδονής. Δεν είμαστε ξεκαθαρισμένοι. Θέλουμε και το ένα και το άλλο. Έτσι όμως το μόνο που θα καταφέρουμε θα είναι να βασανιζόμαστε από εσωτερικές συγκρούσεις. Αν όμως η απόφασή μας είναι εκατό τοις εκατό τότε επιλέγουμε το άλφα, ξεχνώντας το βήτα. Γινόμαστε ασκητές, χωρίς ανθρωποφοβία και γυναικοφοβία γιατί είμαστε ξεκαθαρισμένοι, ή παραμένουμε στην γνωστή ζωή και την γλεντάμε με διάφορους τρόπους, χωρίς να μας κατατρώγει το σαράκι των ενοχών.
Ο Θεός είναι παντού, συνεπώς η πνευματικότητα είναι και αυτή παντού. Μόνο στις ενοχές και στην υποκρισία δεν βρίσκεται. Η έλλειψη πνευματικότητας είναι το να μην έχουμε επιλέξει συνειδητά! Είναι το να κάνουμε το ένα και να θέλουμε το άλλο, με τραγικό αποτέλεσμα τις ενοχές και την υποκρισία. Αυτό είναι το κακό! Η υποκρισία! Το να πηγαίνουμε με μια γυναίκα και μετά να δηλητηριαζόμαστε από το συναίσθημα ότι διαπράξαμε αμαρτία. Αν το θεωρούμε αμαρτία ας μην πάμε. Αν όμως δεν το θεωρούμε αμαρτία τότε ας πάμε και ας το ευχαριστηθούμε. Αυτές οι δύο αποφάσεις εμπεριέχουν το πνεύμα. Και οι δύο επιλογές είναι απολύτως εντάξει, με την προϋπόθεση να έχουμε κάνει την συνειδητή επιλογή μας, χωρίς ενοχικά πισωγυρίσματα. Η τρίτη όμως, το να πηγαίνουμε και να μετανιώνουμε, ή να μην πηγαίνουμε και να παλεύουμε με τις φαντασιώσεις μας, είναι καταστροφή. Εκεί το πνεύμα δεν είναι παρόν. Δεν είναι παρόν στις ενοχές και στην υποκρισία. Είναι όμως παρόν στην θαρραλέα και ξεκάθαρη απόφαση. Όπως γράφει στην Αποκάλυψη, να είστε θερμοί ή ψυχροί, γιατί μισώ τους χλιαρούς.
Ίσως τελικά η πνευματική ζωή να μην είναι κάποιο εξωτερικό μοντέλο κατασκευασμένο από τις θρησκείες, ή από τα έθιμα του τόπου μας, αλλά να είναι οι συνειδητές επιλογές. Το ξεκαθάρισμα. Έτσι δεν υπάρχουν ενοχές γιατί δεν υπάρχει δίλημμα, δεν υπάρχει υποκρισία, διότι δεν θέλουμε να ξεγελάσουμε κανέναν. Δεν υπάρχει το λεγόμενο φαίνεσθε. Είμαστε ειλικρινείς. Ζούμε την ζωή που επιλέξαμε, ή στην οποία βρεθήκαμε κατ’ ανάγκη και την ζούμε ολοκληρωτικά, με προσήλωση και αφοσίωση χωρίς να ορεγόμαστε κάτι άλλο. Προσγειωνόμαστε στο εδώ και τώρα.
Θεωρώ ότι η πνευματικότητα είναι το να ζει κανείς την όποια ζωή του συνειδητά, χωρίς ενοχές. Δεν θα ήθελα να εννοηθεί ότι μπορούμε να κάνουμε το κακό επειδή έτσι δήθεν επιλέξαμε, αλλά αν διαπιστώσουμε ότι κάτι στην συμπεριφορά μας είναι κακό ας το αποβάλλουμε, ας του γυρίσουμε την πλάτη και ας το ξεχάσουμε. Έτσι θα σταματήσουν και οι ενοχές. Αλλιώς αφού δεν μπορούμε να το ξεπεράσουμε, ας το συνεχίσουμε με θάρρος και ας υποστούμε τις συνέπειες χωρίς κλαψουρίσματα. Το μάθημά μας ούτως ή άλλως θα το πάρουμε και αυτό θα είναι ο πόνος...
Επειδή το θέμα είναι φορτισμένο με τα μεσαιωνικά μας κατάλοιπα θεωρώ τις παρεξηγήσεις δεδομένες. Γι αυτό λοιπόν ας το αναλύσουμε λίγο ακόμα. Πότε νοιώθουμε ενοχές; Υπάρχουν δύο λόγοι. Πρώτον όταν κάνουμε κάτι πραγματικά κακό αλλά δεν το διορθώνουμε, έτσι η κατάσταση διαιωνίζεται, παλεύουμε με τον εαυτό μας και η συνείδησή μας μάς ελέγχει επειδή εμείς δεν αλλάζουμε. Αν αλλάξουμε τότε σταματάνε και οι ενοχές, γιατί η συνείδησή μας δεν έχει πλέον λόγους να διαμαρτύρεται.
Ο δεύτερος λόγος είναι το να κάνουμε κάτι που δεν είναι κακό, δεν μας ελέγχει η συνείδησή μας, ίσως να είναι και κάτι το πολύ καλό, όμως κάποιοι μας έχουν πείσει ότι είναι κακό. Εδώ ερχόμαστε στην επικρατούσα αντίληψη της ηθικής. Το έχουμε αναλύσει αυτό και σε άλλες μελέτες. Π.χ. το σεξ πριν από τον γάμο. Είναι καλό ή κακό; Το σεξ είναι καλό όταν το απολαμβάνουμε, όταν δεν κινδυνεύει η υγεία μας και όταν υπάρχει ψυχική επαφή. Αυτά είναι άσχετα με το εντός ή εκτός γάμου. Το θέμα του γάμου στην προκειμένη περίπτωση είναι εκτός θέματος. Έχουμε να κάνουμε με ένα λάθος ερώτημα. Το κριτήριο του καλού στο σεξ, ή αν θέλετε το κριτήριο του καλού σεξ, δεν συμπεριλαμβάνει τον θεσμό του γάμου. Κάλλιστα δύο άνθρωποι μπορεί να εκπληρώνουν τις παραπάνω τρεις προϋποθέσεις χωρίς να είναι παντρεμένοι. Όμως εκατομμύρια άνθρωποι που αγαπιόταν υπέφεραν από ενοχές, κυριολεκτικά για το τίποτα, διότι κάποιος με "κύρος" τους είπε ότι αυτό που κάνουν είναι κακό, ενώ στην πραγματικότητα μπορεί να ήταν κάτι το ευγενές, λόγω της αγάπης τους. Το συναίσθημα των ψευτοενοχών κατέστρεψε την ψυχική και σωματική τους επικοινωνία, έγιναν ψυχοπαθολογικές προσωπικότητες με εσωτερικές συγκρούσεις, και αυτοί που το πέτυχαν αυτό ένοιωσαν ικανοποίηση, διότι κατόρθωσαν να κάνουν δύο ανθρώπους δυστυχισμένους, όπως δυστυχισμένοι είναι και οι ίδιοι. Και όταν τέτοιοι ενοχικοί άνθρωποι τελικά παντρεύονται, μη νομίζετε ότι επιτέλους απολαμβάνουν το σεξ γιατί τώρα το εγκρίνει κάποια θρησκεία. Τα προβλήματα συνεχίζονται διότι ο ελέγχων εισβάλει και στην κρεβατοκάμαρα του παντρεμένου ζεύγους, με χίλια προσχήματα και έμμεσους τρόπους.
Όλα λοιπόν έχουν το μέτρο τους και τα κριτήριά τους. Οι υπερβολές και η ελευθεριότητα στα πάντα δεν είναι ό,τι καλύτερο. Όμως αν θέλουμε να έχουμε μια πνευματική ζωή πρέπει να εκδηλώσουμε τις ικανότητες του πνεύματός μας, στην ζωή που ζούμε. Να εκδηλώσουμε την συνείδηση, την θέληση και την ικανότητα του επιλέγειν. Αν εξασφαλίσουμε αυτούς τους παράγοντες τότε ό,τι κάνουμε θα είναι καλό και θα το κάνουμε χωρίς διλήμματα και ενοχές.
Μετά από όλα αυτά που είπαμε ας επιστρέψουμε στην βάση του θέματός μας για να το συνοψίσουμε. Η πνευματική ζωή (πάντοτε κατά την γνώμη μου – η οποία κάλλιστα μπορεί να αμφισβητηθεί) δεν σχετίζεται με κάποιο προκατασκευασμένο μοντέλο ζωής, αλλά είναι το να έχουμε την θέληση ώστε να επιλέγουμε τον τρόπο ζωής μας, ή έστω να αποδεχόμαστε με αξιοπρέπεια τις συνθήκες από τις οποίες δεν μπορούμε να ξεφύγουμε. Συνεπώς μπορούμε να ακολουθήσουμε όποια ζωή θέλουμε αρκεί να το κάνουμε όσο περισσότερο συνειδητά μπορούμε, αναλαμβάνοντας και το κόστος των επιλογών μας. Η ανάληψη των ευθυνών, χωρίς να ρίχνουμε τα βάρη στους άλλους και στις συνθήκες, είναι ένδειξη ότι έχει προηγηθεί συνειδητή επιλογή. Όταν δεν έχουμε ενεργήσει συνειδητά τότε μέσα μας υπάρχει και δεύτερη άποψη, συνήθως κρυμμένη στο υποσυνείδητό μας και αυτή είναι που μας δημιουργεί τις ενοχές. Μια από τις δύο απόψεις μπορεί να είναι ξένη και η άλλη δικιά μας με έναν βαθύτερο τρόπο. Μπορεί και οι δύο να είναι ξένες, ποτέ όμως δεν μπορούν να είναι και οι δύο δικές μας, διότι οι εσωτερικές συγκρούσεις δεν είναι χαρακτηριστικό της ενότητας του πνεύματος. Το πνεύμα λοιπόν είναι μέσα στην ζωή και θα το αντιληφθούμε να δρα όταν εμείς είμαστε ξεκαθαρισμένοι.
Όταν δεν έχουμε επηρεαστεί από τις διάφορες φωνές του περιβάλλοντός μας, που επίμονα προσπαθούν να μας υποδείξουν το τι είναι σωστό, χειραγωγώντας μας μέσω των υποσχέσεων, του φόβου και των ενοχών, θα συνειδητοποιήσουμε τι είναι η πραγματικά πνευματική ζωή. Αυτή δεν έχει καμία σχέση με υποκριτική ηθική, ούτε όμως και αχαλίνωτη δήθεν ελευθερία. Είναι ένα ξεκαθάρισμα με τον εαυτό μας και με την ζωή μας. Και τελικά δεν είναι τίποτα το ιδιαίτερο. Ας προσέξουμε αυτό το σημείο. Όσο αισθανόμαστε ότι κάνουμε κάτι το ιδιαίτερο τότε είμαστε μακριά από το πνεύμα. Η πνευματικότητα δεν μας δίνει την αίσθηση κάποιας υπεροχής απέναντι των άλλων. Είναι κάτι το συνηθισμένο. Κάτι το καθημερινό. Τελικά την βιώνουμε ως την συνηθισμένη μας κατάσταση, οπότε στην διαδικασία των συνεχών ξεκαθαρισμάτων με τον εαυτό μας δεν προσάπτουμε την ετικέτα της πνευματικότητας. Απλώς ζούμε την ζωή μας συνειδητά χωρίς να το συζητάμε πολύ με τον εαυτό μας, γιατί οι πολλές σκέψεις περί του ατόμου μας και περί του τι κάνουμε στην ζωή υποκρύπτουν δικαιολογίες και ωραιοποιήσεις.
Να και ένα διαγνωστικό εργαλείο χρήσιμο στην αυτογνωσία μας. Όταν πραγματικά πράττουμε κάτι, όταν πραγματικά είμαστε κάτι, το σκεφτόμαστε λίγο, όταν όμως σκεφτόμαστε πολύ μάλλον δεν κάνουμε τίποτα. Απλώς έχουμε φαντασιώσεις.
πηγή:http://www.innerwork.gr/koin_bin/pneymatikotita.htm