Ο Όσιρις, (επίσης Ούζιρις, Αζάρ, Ουζάρ, Ουεζίρ, Ουζαρέ) του οποίου το όνομα είναι αρχαιοελληνική μεταγραφή της αιγυπτιακής λέξης Ουεζίρ, εξομοιώθηκε με πολλές θεότητες του ελληνικού πάνθεου, κυρίως δε με τον Διόνυσο και τον Άδη. Όντας αρχικά θεός της φύσης, ενσάρκωση του πνεύματος της βλάστησης, που πεθαίνει κατά το θερισμό και αναγεννάται όταν φυτρώνει ο σπόρος, ο Όσιρις λατρεύθηκε σε ολόκληρη την αρχαία Αίγυπτο ως θεός των νεκρών. Με την ιδιότητα αυτή αναρριχήθηκε μέχρι την πρώτη σειρά του αιγυπτιακού πανθέου[1]. Ο μύθος παρουσιάζει τον Όσιρι ουσιαστικά ως φετίχ μιας κατακτητικής φατρίας, η οποία τον επέβαλε αρχικά στην πόλη Ντζεντού -μεταγενέστερα Περ-Ουσίρ και Βούσιρι (αρχαιοελ.)- της Κάτω Αιγύπτου, όπου ο νέος θεός υποκατέστησε τον προηγούμενο κύριο της πόλης, τον Αντζετί[2]. Κατόπιν στην Άβυδο της 'Ανω Αιγύπτου, ο Όσιρις ταυτίστηκε με τον Χεντ Αμεντί (Khent Amenti), τον θεό-λύκο της δυτικής νεκρόπολης και έγινε η μεγάλη θεότητα των νεκρών. Εκεί του αποδιδόταν ενίοτε η προσωνυμία Χεντ Αμεντιού (Khent Amentiou), «Κύριος των Δυτικών», δηλαδή των νεκρών, που κατοικούσαν εκεί όπου δύει ο ήλιος[3]. Ο Όσιρις μαζί με τον Σέραπη χαρακτηρίζονταν Άζωνοι θεοί.
Ο μύθος του Όσιρι
Τα ιερογλυφικά κείμενα περιέχουν αρκετούς υπαινιγμούς σχετικά με τα έργα του θεού κατά την επίγεια ζωή του. Χάρη στον Πλούταρχο γνωρίζουμε τον μύθο του με αρκετή ακρίβεια[4]. Πρωτότοκος γιος του Γκεμπ και της Νουτ, ο Όσιρις γεννήθηκε στις Θήβες της Άνω Αιγύπτου. Αμέσως όταν συνέβη αυτό μία μυστηριώδης φωνή γνωστοποίησε στον κόσμο την έλευση του «Κυρίου του Σύμπαντος», προκαλώντας κραυγές χαράς. Όταν, όμως, έγιναν γνωστές οι συμφορές που τον απειλούσαν, η χαρά μετατράπηκε σε θρήνο. Όταν ο Ρα πληροφορήθηκε τη γέννηση του Όσιρι, χάρηκε. Παρά το γεγονός ότι είχε καταραστεί τη μητέρα του Νουτ να μη τον γεννήσει, τον κάλεσε κοντά του και τον αναγνώρισε ως κληρονόμο του θρόνου του.
Ωραιότερος και ψηλότερος από όλους ο μελαχροινός, όπως περιγράφεται, Όσιρις διαδέχθηκε τον πατέρα του Γκεμπ στον θρόνο της Αιγύπτου, όταν εκείνος αποσύρθηκε στον ουρανό, αναγορεύοντας ως βασίλισσα την αδελφή του Ίσιδα. Πρώτο μέτρο του νέου θεϊκού φαραώ ήταν η κατάργηση της ανθρωποφαγίας, η μεταβολή του νομαδικού βίου και η μόνιμη εγκατάσταση[5], όπως και η εκπαίδευση των υπηκόων του στην τέχνη της κατασκευής γεωργικών εργαλείων για την καλλιέργεια της γης και την παραγωγή σιταριού και σταφυλιών. Με αυτά θα παρασκεύαζαν τα απαραίτητα για τη διατροφή των ανθρώπων, δηλαδή τον άρτο, τον οίνο και τον ζύθο.
Ο Όσιρις εισήγαγε τη λατρεία των θεών, ανήγειρε τους πρώτους ναούς, σμίλεψε τις πρώτες εικόνες των θεών, διατύπωσε την τελετουργική τάξη και επινόησε τα δύο είδη αυλών, που έμελλε να συνοδεύουν τα άσματα κατά τη διάρκεια των εορτασμών. Μετά από αυτό ίδρυσε πόλεις και νομοθέτησε για τον λαό του δίκαιους νόμους, προσλαμβάνοντας την επωνυμία Ούνοφρις (ο καλός), με την οποία και είναι γνωστός ως τέταρτος θεϊκός Φαραώ.
Κατεξοχήν εκπολιτιστής ο Όσιρις επιθύμησε εκτός της Αιγύπτου να εκπολιτίσει και τον υπόλοιπο κόσμο. Αφήνοντας πίσω του την Ίσιδα, έφυγε για να κατακτήσει την Ασία, συνοδευόμενος από τον Θωθ τον Άνουβι και τον Οφόι. Εχθρός της βίας, προσεταιριζόταν υπό το σκήπτρο του, τη μία χώρα μετά την άλλη, με μοναδικό όπλο την πραότητα και τη μουσική. Λέγεται πως αφόπλιζε τους κατοίκους με άσματα και μουσική από διάφορα μουσικά όργανα. Επέστρεψε στην Αίγυπτο, έχοντας διατρέξει ολόκληρη τη γη και διαδίδοντας παντού τον πολιτισμό.
Θάνατος και ανάσταση
Επιστρέφοντας ο Όσιρις βρήκε το βασίλειό του σε λαμπρή κατάσταση. Η Ίσιδα είχε κυβερνήσει με σύνεση κατά την απουσία του. Ωστόσο, έπεσε θύμα της συνωμοσίας που προετοίμασε κρυφά ο αδελφός του Σετ, ο οποίος ήθελε να τον εκτοπίσει από τον θρόνο του. Στα εδάφια τα σχετικά με την Ίσιδα και τον Σετ υπάρχει λεπτομερής αφήγηση για πώς την 17η του μηνός Αθύρ, κατά το εικοστό όγδοο έτος της βασιλείας του, ο «καλός» θανατώθηκε και διαμελίστηκε από τους συνωμότες, καθώς και το πώς ανακάλυψε η πιστή σύζυγός του το σώμα του και το μετέφερε πίσω στην Αίγυπτο. Χρησιμοποιώντας τη μαγεία της με τη βοήθεια του Θωθ, του Άνουβι και του Ώρου η Ίσιδα κατόρθωσε να επαναφέρει στη ζωή τον Όσιρι. Εκείνος εμφανίσθηκε στη συνέχεια ενώπιον του δικαστηρίου των θεών, υπό την προεδρία του Γκεμπ, για να απαλλαχθεί τελικά από τις κατηγορίες του Σετ εναντίον του.
Ποίημα του Δαμαίου (περ. 125-100 ΠΚΧ) αφιερωμένο στον Όσιρι, όπου περιγράφεται ο θάνατός του από τον Σετ (Σεθ). Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
Αναστημένος πλέον ο Όσιρις μπορούσε να επανακτήσει το θρόνο του και να εξακολουθήσει να βασιλεύει πάνω στους θνητούς. Εκείνος, ωστόσο, προτίμησε να εγκαταλείψει τη γη και να αποσυρθεί στα Ηλύσια Πεδία, όπου υποδεχόταν ευμενώς τις ψυχές των δικαίων και βασίλευε επί των νεκρών. Όπως είναι φυσικό, η υπόσχεση της ανάστασης και της αιώνιας ύπαρξης προσέδωσε ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στη λατρεία του Όσιρι. Όπως αποσύρθηκε ο Όσιρις χάριν του γιου του στο στερέωμα, έτσι και ο νεκρός φαραώ περνώντας στην οσιρική αθανασία μεταβιβάζει τη δύναμή του στον νέο μονάρχη[6].
Ερμηνείες του μύθου
Δόθηκαν στο παρελθόν αρκετές ερμηνείες για τον μύθο του Όσιρι. Θεωρήθηκε πνεύμα της βλάστησης[7], που πεθαίνει και αναγεννάται αδιάκοπα, καθώς ο Όσιρις συμβολίζει το σιτάρι, το αμπέλι και τα δέντρα. Συμβολίζει επίσης τον Νείλο, που κάθε χρόνο πλημμυρίζει, το φως του ήλιου, που σβήνει κάθε βράδυ και αναγεννάται λαμπρό κάθε αυγή. Η εχθρότητα μεταξύ των δύο αδελφών Όσιρι και Σετ θεωρείται πως συμβολίζει την τάση της ερήμου να καλύψει με άμμο την καλλιεργημένη γη, τις καταστρεπτικές εξορμήσεις των καυτών ανέμων κατά της βλάστησης, την αέναη επίθεση της ξηρασίας εναντίον του γονιμοποιού νερού, τον πόλεμο του σκότους εναντίον του φωτός[8].
Ωστόσο ο Όσιρις έγινε δημοφιλής ως θεότητα των νεκρών, διότι πρόσφερε στους πιστούς του την ελπίδα για μια αιώνια και ευτυχισμένη ζωή, σε έναν άλλο κόσμο δικαιότερο και αγαθότερο. Από την πρώιμη περίοδο της λατρείας του είναι βασιλέας των νεκρών. Ναι μεν απεικονίζεται ως βασιλέας, αλλά ως νεκρός βασιλέας -μομμιοποιημένος με βασιλικά εμβλήματα[9].
Λατρεία
Τιμώμενος σε ολόκληρη την Αίγυπτο, μαζί με τη σύζυγό του Ίσιδα και τον γιο του Ώρο, με τους οποίες σχημάτιζε την οσιρική τριάδα, λατρευόταν ιδιαίτερα στην Άβυδο, όπου οι ιερείς έδειχναν στους απειράριθμους προσκυνητές τον τάφο του. Οι πιστοί θεωρούσαν εαυτόν ευτυχή, αν κατόρθωναν να εξασφαλίσουν κοντά στο ιερό του τόπο ταφής, ή τουλάχιστον την άδεια να στήσουν εκεί αναθηματική στήλη με το όνομά του, καθώς πίστευαν ότι με αυτόν τον τρόπο εξασφάλιζαν την εύνοια του «Καλού» στον άλλο κόσμο.
Εικονοπλασία
Ο Όσιρις απεικονίζεται με μορφή ανθρώπου, με εφαρμοστό ένδυμα, όρθιος ή καθισμένος στο θρόνο του. Φορά την υψηλή λευκή μίτρα, η οποία στολίζεται με δύο φτερά στρουθοκαμήλου και την οποία ονόμαζαν στέμμα Ατέφ (και ερυθρό περιλαίμιο. Σε άλλες απεικονίσεις τα χέρια του, βγαλμένα έξω από το νεκρικό σάβανο, κρατούν σταυρωμένα πάνω στο στήθος του το μαστίγιο και το εν είδει αγκίστρου σκήπτρο Χικ, εμβλήματα της ανώτατης εξουσίας. Πολυάριθμα είναι τα ονόματα και οι επωνυμίες του, οι οποίες φθάνουν περίπου τις εκατό, στις λιτανείες που διασώθηκαν στην Βίβλο των Νεκρών[8].
Ό Όσιρις ενσαρκωνόταν σε διάφορα ζώα, όπως στον ταύρο Όνουφι, στον ιερό κριό Μένδητα, στο πουλί Μπενού, αλλά επίσης και στο Τζεντ (Djed), ένα απλό φετίχ, το οποίο πιθανολογείται ότι ήταν και η πρώτη μορφή του, με την οποία οδηγούσε στους πολέμους τους προϊστορικούς πιστούς του. Αρχικά έχοντας τη μορφή κορμού ελάτης ή άλλου κωνοφόρου, το Τζεντ, κατά την κλασική εποχή απεικονιζόταν ως κίονας με τέσσερα κιονόκρανα, τα οποία σε ορισμένα κείμενα θεωρούνταν ότι αντιστοιχούσαν στη σπονδυλική στήλη του θεού και φυλάσσονταν στο ιερό της Βουσίριδος.
Παραπομπές - σημειώσεις
1. ↑ New Larousse Encyclopedia of Mythology 1968, 16
2. ↑ Ions Veronica 1968, 126.
3. ↑ Αφομοιώνοντας καταρχήν τους Θεούς Αντζετί και Χεντ Αμεντί ο Όσιρις ταυτίζεται μεταγενέστερα με τον Σεκέρ, τον θεό της μεμφιτικής νεκρόπολης στην Γκίζα. Βλ. επίσης Ions Veronica 1968, 127.
4. ↑ Βλ. περί Ίσιδος και Οσίριδος την εκτενή αφήγηση του μύθου
5. ↑ Μεγαλομάτης Κ. 1989, 237
6. ↑ Ions Veronica 1968, 129.
7. ↑ Έχει ενδιαφέρον εδώ η άποψη του Πορφύριου για το γεγονός ότι ο Όσιρις θεωρείτο δύναμη της βλάστησης [...]ο δέ Όσιρις παρ' Αιγυπτίοις τήν κάρπιμον παρίστησι δύναμιν, ήν θρήνοις απομειλίσσονται εις γήν αφανιζομένην εν τώ σπόρω, καί υφ' ημών καταναλισκομένην εις τροφάς. Λαμβάνεται δέ καί αντί τής ποταμίας τού Νείλου δυνάμεως. Αλλ' όταν μέν τήν χθονίαν γήν σημαίνωσιν, Όσιρις η κάρπιμος λαμβάνεται δύναμις: όταν δέ τήν ουρανίαν, Όσιρίς εστιν ο Νείλος, όν εξ ουρανού καταφέρεσθαι οίονται. Πενθούσι δέ καί τούτον, απομειλισσόμενοι τήν δύναμιν λήγουσαν καί αναλισκομένην. Η δέ εν τοίς μύθοις μισγομένη τώ Οσίριδι Ίσις η Αιγυπτία εστί γή: διόπερ ισούται καί κυεί καί ποιεί τούς καρπούς: διό ανήρ τής Ίσιδος Όσιρις καί αδελφός καί υιός παραδέδοται[...] Πορφύριος περί αγαλμάτων 10.
8. ↑ 8,0 8,1 New Larousse Encyclopedia of Mythology 1968, 17.
9. ↑ Η Μομμιοποίηση έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ταφής των θνητών, ως απόδειξη της συμμετοχής τους στο πάθος του Όσιρι. Κρατούσε περίπου 70 ημέρες και ήταν ιδιαίτερα περίπλοκη διαδικασία, τουλάχιστον στις πρώιμες περιόδους εφαρμογής της. Η διαδικασία εξαπλουστεύθηκε αργότερα και ακολουθείτο και από κοινούς θνητούς, εφόσον βέβαια διέθεταν την οικονομική δυνατότητα για κάτι τέτοιο. Βλ. επίσης Ions Veronica 1968, 130-131.