ΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟΣ

Παρασκευή 28 Μαΐου 2010

Νίκος Καζαντζάκης

«Και ποια είναι η πιο αψηλή εντολή; Ν' αρνηθείς όλες τις παρηγοριές

-θεούς, πατρίδες, ηθικές, αλήθειες- ν' απομείνεις μόνος και ν' αρχίσεις να πλάθεις εσύ, με μοναχά τη δύναμή σου, έναν κόσμο που να μην ντροπιάζει την καρδιά σου. Ποια 'ναι η πιο αντρίκια χαρά; Ν' αναλαβαίνεις την πάσα ευθύνη».

Ο Νίκος Καζαντζάκης γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1883 στο Ηράκλειο, ημέρα Παρασκευή, των ψυχών, και όλοι είπαν ότι θα γινόταν δεσπότης. Ο πατέρας του, Μιχάλης, με καταγωγή από τους Βαρβάρους, ήταν έμπορος γεωργικών προϊόντων και αργότερα έμελλε να γίνει μία από τις πηγές έμπνευσης για τον Καπετάν Μιχάλη, στο ομώνυμο μυθιστόρημα του γιου του.

Μεγάλωσε σ' ένα περιβάλλον αυστηρά θρησκευτικό και υπερπατριωτικό, με το όραμα της απελευθέρωσης της Κρήτης από τους Τούρκους. Η αναζήτηση του νοήματος της ζωής ήταν η δική του εσωτερική επανάσταση στο κατεστημένο. «.Να διαταράξω την τάξη, να συντρίψω το πρωτόκολλο, να ξεστρατίσω από τους προγόνους. Να αλητεύσω στ' απαγορευμένα, στις αγέρωχες κι επικίνδυνες περιοχές του αβέβαιου. Να δεχτώ ατάραχος -ακόμη περισσότερο: σαν ευλογία- την κατάρα του πατέρα και της μάνας. Να έχω το θάρρος να είμαι μόνος».

Τελειώνοντας το γυμνάσιο εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, το 1902, για να σπουδάσει νομικά. Αποφοίτησε με άριστα και συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο Παρίσι, όπου και συνάντησε τον έναν από τους τρεις «μεγάλους δασκάλους» του, τον Henri Bergson -οι άλλοι δύο ήταν ο Όμηρος και ο Dante. Ο Bergson τού ενέπνευσε το όραμα της προσωπικής λύτρωσης του ανθρώπου από τα δεσμά και τα «πρέπει» χωρίς την αναμονή μιας μεταθανάτιας δικαίωσης. «Σωτηρία δεν υπάρχει», έλεγε. «Οι άνθρωποι, ο καθένας χωριστά, λυτρώνουν το θεό τους, γίνονται Σωτήρες του Θεού. Είσαι ελεύθερος άνθρωπος, όχι μισθοφόρος. Να παλεύεις χωρίς να καταδέχεσαι να ζητάς ανταμοιβή, αυτό είναι η αληθινή ελευθερία».

Ο Νίκος Καζαντζάκης ταξίδεψε όσο λίγοι άνθρωποι. Έκανε πολύμηνα ταξίδια στη Ρωσία, την Ιαπωνία, την Κίνα, την Αίγυπτο, την Ελβετία, την Ιταλία και την Ισπανία, όπου παρακολούθησε τον εμφύλιο πόλεμο ως ανταποκριτής της «Καθημερινής», και έζησε μεγάλα διαστήματα της ζωής του στη Βιέννη, το Βερολίνο, το Λονδίνο, το Παρίσι, τη γαλλική Antibes. Εμπνεύστηκε από τα ταξίδια του, κατέγραψε τις εμπειρίες του, έγινε πολίτης του κόσμου. Ωστόσο, όπως συνήθιζε να λέει, «όπου πάω κρατώ πάντα ανάμεσα στα δόντια μου, σα φύλλο δάφνης, την Ελλάδα».

Υπήρξε ένας μεγάλος στοχαστής του καιρού του. Τίποτα δεν τον ικανοποιούσε. Βρισκόταν σε συνεχή αναζήτηση. Εργαζόταν ακατάπαυστα, μέρα και νύχτα, γράφοντας και ξαναγράφοντας, μεταφράζοντας, μελετώντας. Για μεγάλα διαστήματα απομονωνόταν για να εργαστεί -συχνά στο Άγιον Όρος, που το επισκέφθηκε για πρώτη φορά το 1914 με τον Άγγελο Σικελιανό όταν ονειρεύονταν να δημιουργήσουν μια καινούργια θρησκεία, σ' ένα αγρόκτημα στην Τσεχοσλοβακία, στην Πομπηία ή την Αίγινα, όπου απέκτησε για πρώτη φορά μια σταθερή κατοικία. Πίστευε πάντα πως «μια από τις πιο νόμιμες χαρές του ανθρώπου είναι να μοχτάει και να βλέπει πως ο μόχτος του φέρνει καρπό».

Ήταν βαθύτατα πολιτικοποιημένος. Λάτρης του οράματος της Μεγάλης Ελλάδας, συνεργάστηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο έως την Μικρασιατική Καταστροφή. Εκεί, τον θεώρησε υπεύθυνο και απογοητευμένος αποσύρθηκε. Το 1922 ασπάστηκε τον σοσιαλισμό και ίδρυσε την πρώτη «Πολιτική Σοσιαλιστική Ομάδα» στο Ηράκλειο, με έμβλημα το τρίπτυχο Ελευθερία - Δημοκρατία - Σοσιαλισμός. Έκανε επανειλημμένα ταξίδια στη Σοβιετική Ένωση, σκέφτηκε να εγκατασταθεί μόνιμα εκεί, έγραψε σενάρια για τη Ρωσική Επανάσταση και τον Λένιν, και αντιμετώπισε δίωξη στην Αθήνα ως οργανωτής, με τον Δημήτρη Γληνό, και κεντρικός ομιλητής, με τον Παναϊτ Ιστράτι, σε μια μεγάλη συγκέντρωση για το σοβιετικό πείραμα. Αργότερα, μετά την Απελευθέρωση, θα ηγηθεί ενός μικρού κόμματος με τη φιλοδοξία να ενώσει όλες τις ομάδες της μη κομμουνιστικής Αριστεράς, με την οποία βρισκόταν ήδη σε ρήξη. Οι συνεντεύξεις που ως δημοσιογράφος πήρε από τον Ισπανό δικτάτορα Πρίμο ντε Ριβέρα και τον Ιταλό Μπενίτο Μουσολίνι, το 1926, και από τον στρατηγό Φράνκο στη διάρκεια του ισπανικού εμφύλιου πολέμου, έγιναν αιτία να αντιμετωπίσει επικρίσεις.

Σημαντικό ρόλο στη ζωή του έπαιξαν και οι γυναίκες. Παντρεύτηκε δύο φορές -το 1911 με την Γαλάτεια Αλεξίου, Ηρακλειώτισσα διανοούμενη που διατήρησε το επώνυμο Καζαντζάκη και μετά το διαζύγιό τους, και το 1945 με την Ελένη Σαμίου, πιστή σύντροφό του στα ταξίδια και τις πνευματικές αναζητήσεις από το 1924, όταν γνωρίστηκαν για πρώτη φορά στην Αθήνα, σ' ένα διάλειμμα των συνεχών μετακινήσεών του στον κόσμο. Ήταν άνθρωπος ανήσυχος, ανικανοποίητος, ιδιόρρυθμος.

Το 1952 μια μόλυνση στο μάτι τον υποχρέωσε να νοσηλευτεί για μεγάλο διάστημα στην Ολλανδία και το Παρίσι, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα. Η μόλυνση ήταν προχωρημένη, με αποτέλεσμα να χάσει τελικά την όραση από το δεξί του μάτι.

Την ίδια εποχή, η Ορθόδοξη Εκκλησία επιχειρεί τη δίωξή του για ιεροσυλία επικαλούμενη ορισμένες σελίδες του Καπετάν Μιχάλη και ολόκληρο τον Τελευταίο Πειρασμό. Ο ίδιος, απαντώντας στην απειλή, γράφει στους ιεράρχες: «Μου δώσατε μία κατάρα, Άγιοι πατέρες, σας δίνω και εγώ μία ευχή: σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο είναι η δική μου και να 'στε ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ». Ανάλογη ήταν η απάντησή του και προς το Βατικανό, το οποίο ενέγραψε τον Τελευταίο Πειρασμό στον Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων: «Ad tuum, Domine, tribunal appello». «Στο δικαστήριό Σου, Κύριε, ασκώ έφεση». Τελικά, με παρέμβαση του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα που είχε δηλώσει ότι τα έργα του συγγραφέα κοσμούν την πατριαρχική βιβλιοθήκη, η Εκκλησία δεν θα προχωρήσει στον αφορισμό.

Ο Νίκος Καζαντζάκης βραβεύτηκε πολλές φορές με ελληνικά και διεθνή βραβεία για το μεγάλο συγγραφικό του έργο και τη δημόσια δράση του. Το 1946 η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών τον πρότεινε για το βραβείο Νόμπελ μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό. Και το 1956, προσωπικά υποψήφιος αυτή τη φορά, θα χάσει το Νόμπελ την τελευταία στιγμή, ύστερα και από παρεμβάσεις αθηναϊκών κύκλων που τον αντιμετώπιζαν σαν πολιτικά ακραίο και ηθικά επικίνδυνο.

Πέθανε στις 26 Οκτωβρίου 1957, σε ηλικία 74 ετών, στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Αθήνα, αλλά η Εκκλησία της Ελλάδος αρνήθηκε να την εκθέσει σε λαϊκό προσκύνημα. Το προσκύνημα έγινε, τελικά, στον μητροπολιτικό ναό του Ηρακλείου. Δεν εψάλη νεκρώσιμος ακολουθία, αλλά πλήθος κόσμου ακολούθησε τον νεκρό στην ταφή του, στα ενετικά τείχη της πόλης. Αργότερα, στον τάφο του θα χαραχθεί η επιγραφή που ο ίδιος είχε επιλέξει: «Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβούμαι τίποτα. Είμαι ελεύθερος».

πηγή: http://www.sekb.gr/

------------------------------------------------------------------------------------------------------
Ο Ν. Καζαντζάκης ασχολήθηκε με την μεταφυσική, κάτι που είναι φανερό στο έργο του.


Η μεταφυσική χροιά του Καζαντζάκη καθορίστηκε από τον Ελευθεροτεκτονισμό, στον οποίο είχε ενταχθεί, και τις μελέτες του στη Θεοσοφία. Η φιλοσοφική αναζήτηση του μεγάλου Έλληνα στοχαστή ξεκίνησε από πολύ νωρίς. Ήταν 26 ετών όταν έφυγε από την Ελλάδα για να παρακολουθήσει στο Παρίσι μαθήματα φιλοσοφίας. Λέγεται πως εκείνη τη χρονιά μυήθηκε στον Τεκτονισμό σε κάποια στοά της Αθήνας. Το πιθανότερο, όμως, είναι να πραγματοποιήθηκε η μύησή του στα τέλη του 1920 στη Γαλλία. Σχετικά με την Τεκτονική του ιδιότητα γνωρίζουμε λίγα, που προκύπτουν από τα λεγόμενα του φίλου του και συγγραφέα Παντελή Πρεβελάκη. Η Έλλη Αλεξίου τονίζει την τεκτονική σημασία που έχουν οι τρεις τελείες στην υπογραφή του, καθώς θα πρέπει να αποτελούν ένδειξη των τριών συμβολικών βαθμών στους οποίους μάλλον είχε μυηθεί.

Παρά την, φαινομενικά, μικρή του εμπλοκή με τον επίσημο τεκτονισμό, οι ιδέες του θεωρούνται βαθιά τεκτονικές και κυρίως ο ουμανιστικός χαρακτήρας του τάγματος αυτού επηρέασε βαθιά τόσο τη ζωή του όσο και το έργο του.

Ο Κυρ. Μητσοτάκης στο βιβλίο του “Ο Καζαντζάκης μιλάει για το Θεό”, γράφει: « Στο 1907 όπως αναφέρει ο βαθυνούστατος Παντ. Πρεβελάκης, ο Καζαντζάκης είχε μυηθεί στον Τεκτονισμό. Δεν γνωρίζουμε τίποτ’ άλλο απ’ την τεκτονική του σταδιοδρομία. Αν ανέβηκε σε ανώτερους βαθμούς μύησης, αν παρακολούθησε για πολλά χρόνια τεκτονικές εργασίες. Η κ. Αλεξίου γράφει ότι θυμάται τις τρεις μυστηριακές τεκτονικές τελείες στ’ όνομά του. » Στη συνέχεια ο συγγραφέας αναφέρεται σε μια επιστολή του Καζαντζάκη προς τον αδελφικό του φίλο Παπαστεφάνου, ιερέα της ορθόδοξης εκκλησίας, και λέει: « Παρατηρώ μόνο πως σ’ αυτό το γράμμα ο Καζαντζάκης επηρεασμένος ίσως απ’ τον Τεκτονισμό, μιλάει για οργάνωση με τρεις βαθμούς μυήσεως. Ο πρώτος= φανερός, ο δεύτερος= μυστικός, και ο τρίτος= μυστικώτατος. »

Ο Καζαντζάκης γράφει στον φίλο του:

« Λέω μ’ ένα φίλο μου να ιδρύσω περιοδικό ( όχι φιλολογικό ). Θα ετοιμάζει κοινωνιολογικά το δρόμο μας. Θα ΄ναι κομμουνιστικό, θα ζητά την ανατροπή του αστικού καθεστώτος, θα θέλει όπως έλεγαν οι Στωϊκοί την “εκπύρωση”- να καθαρίσει δηλ. η γης με τη φωτιά ( πώς καψαλίζουν τα χωράφια ) για να ριχτεί ο νέος σπόρος.

Θα οργανώσουμε τους Έλληνες σε συνδέσμους “Όσοι ζωντανοί”, με τρεις βαθμούς.
Ο πρώτος = φανερός: να μορφωθεί ο λαός, ελευθερία πνευματική, οικονομική, πολιτική, θρησκευτική.
Ο δεύτερος = μυστικός: εκπύρωση, ανατροπή της σύγχρονης ζωής.
Ο τρίτος = μυστικότατος, ο δικός μας • θρησκεία.»

Εδώ θα κάνω μια μικρή παρένθεση. Για τους φίλους μας, θα αναφέρω ότι στον συμβολικό Τεκτονισμό υπάρχουν τρεις βαθμοί μύησης: του μαθητού, του εταίρου και του διδασκάλου.

Τόσο στην επίσημη θρησκεία, όσο και στα μεταφυσικά ρεύματα πρωτεύοντα ρόλο παίζουν οι συμβολισμοί. Η φωτιά έχει μεγάλη συμβολική σημασία για τον Καζαντζάκη. Στην αυτοβιογραφία του μέσα από την “Αναφορά στον Γκρέκο”, γράφει:

« Η φωτιά είναι η Παρθένα Μάνα που γεννάει το γιο τον αθάνατο• ποιο γιο; το φως. Καθαρτήρι η ζωή και καιγόμαστε• ο Παράδεισος τη φλόγα, που του ετοιμάσαμε, ας την κάμει φως• αυτή είναι η δουλειά του.

Αυτή, για να ξέρεις, είναι η συνεργασία του ανθρώπου με το Θεό. Μερικοί με λεν αιρετικό, ας με λένε• έχω εγώ τη δικιά μου “Αγια Γραφή”• αυτή λέει ό,τι η άλλη ξέχασε ή δεν τόλμησε να πει• την ανοίγω και διαβάζω στη “Γένεση”: O Θεός έκαμε τον κόσμο, και την έβδομη μέρα αναπαύτηκε• κάλεσε τότε το στερνό του πλάσμα, τον άνθρωπο, και του ‘πε: - Άκου, γιε μου, να ‘χεις την ευκή μου: εγώ έκαμα τον κόσμο, δεν τον τέλειωσα, τον αφήκα στη μέση• ξακλούθα εσύ τη δημιουργία• κάψε τον κόσμο, κάμε τον φωτιά και παράδωσέ μου τον• θα τον κάμω εγώ φως.»


Ο Ν. Καζαντζάκης θεωρεί σαν ύστατο κι ανώτερο σημείο της πνευματικής προόδου του ανθρώπου, να φτάσει στο σημείο να μην θέλει λυτρωτές, να μη θέλει σωτήρες. Η ψυχή βαδίζει μοναχική την πνευματική της ατραπό. Παίρνει την ατραπό της μαθητείας, μετά, όταν ωριμάσει περισσότερο, την ατραπό της υπηρεσίας, για να μπορέσει στο τέλος της πορείας, αφού απόβαλε κάθε είδους σκουριά να καταλήξει στην ατραπό της θυσίας. Τότε έχει πάρει το μεγαλύτερο μάθημά της, πως κανένας σωτήρας δε θα θυσιαστεί γι’ αυτήν. Ο Χριστός για τον Καζαντζάκη δεν ήρθε στη γη για να μας λυτρώσει, αλλά για να μας δείξει το δρόμο ν’ αυτολυτρωθούμε. Είπε: « εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή• ουδείς έρχεται προς τον πατέρα ει μη δι’ εμού », εννοώντας πως μας δείχνει τον αληθινό δρόμο, το δρόμο της ζωής για την ενσαρκωμένη ψυχή, που μέσα από τα βασικά γεγονότα της ζωής Του: γέννηση- βάπτιση- μεταμόρφωση- σταύρωση- ανάσταση κι ανάληψη, μας διδάσκει πώς να λυτρωθούμε.

Σ’ ένα θεατρικό του έργο, στο “Βούδα”, παρουσιάζει το διάλογο του ανατολίτη Δάσκαλου με τον μαθητή του Άναντα. Λέει το κείμενο:

« Κάμποση ώρα έμειναν αμίλητοι κάτω από το ανθισμένο δέντρο.
Ο Βούδας χάδεψε αργά, πονετικά, τα μαλλιά του αγαπημένου μαθητή.

- Σωτηρία θα πει να λυτρωθείς απ’ όλους τους σωτήρες• αυτή είναι η ανώτατη λευτεριά, η πιο αψηλή, όπου με δυσκολία αναπνέει ο άνθρωπος. Αντέχεις;
Ο Άναντα είχε σκύψει το κεφάλι και δε μιλούσε.
Σώπασε, και σε λίγο, παίζοντας ανάμεσα στα δάχτυλά του έναν ανθό που ‘χε πέσει από το δέντρο:
- Ο Λύτρωτής που θα λυτρώσει τους ανθρώπους από τη λύτρωση. »

Η γνωριμία του Καζαντζάκη με τον Αγ. Σικελιανό θα σταθεί καθοριστική, γιατί ο ποιητής, ως βαθύς γνώστης της Θεοσοφίας, θα του μεταλαμπαδεύσει τις θεοσοφικές ιδέες. Ενδεικτικό στοιχείο της θεοσοφικής επίδρασης στον Κρητικό στοχαστή είναι η χρήση σε επιστολόχαρτα του ουροβόρου όφεως, στο εσωτερικό του οποίου ήταν τυπωμένη η φράση « εν το παν » και ένα από τα ψευδώνυμά του: Πέτρος Ψηλορείτης. Σε άλλα επιστολόχαρτα έχει τυπωμένο το ταοϊστικό σύμβολο Γιν- Γιανγκ με τις γραμμές ακτινωτά του Ι- Τσινγκ.

Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της επίδρασης είναι το γεγονός πως δημοσίευσε το πρωτόλειο έργο του “Όφις και Κρίνος” με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβανή. Σύμφωνα με την Ανατολική φιλοσοφία, όπως μας την μετέφερε η ιδρύτρια του θεοσοφικού κινήματος Έλενα Μπλαβάτσκι, Κάρμα είναι ο νόμος της ανταπόδοσης ή νόμος αίτιου και αιτιατού ( ό,τι σπείρει ο άνθρωπος αυτό και θα θερίσει ) και Νιρβάνα η κατάσταση της απόλυτης ανάπαυσης, στην οποία φτάνει ο άνθρωπος μετά από τις συνεχείς ενσαρκώσεις του, όταν τελειοποιηθεί.

Για τη θεοσοφία, η ζωή ξεκινάει από πολύ χαμηλά. Τίποτα στον κόσμο δεν είναι άψυχο. Απλά υπάρχουν διαβαθμισμένες ψυχές, ξεκινώντας από την ψυχή του ορυκτού και φτάνοντας στην ψυχή ενός ηλιακού συστήματος ή ενός γαλαξία. Η ψυχή ξεκινάει το ταξίδι της γνωριμίας με την ύλη από πολύ χαμηλά, από το ορυκτό βασίλειο και βαθμιαία εξελίσσεται, ξεπερνώντας το ανθρώπινο, για να φθάσει στο πνευματικό κι αγνή πλέον να ενωθεί το θείο.

Θα παραθέτουμε το μυστικιστικό ποίημα ενός Σούφι, του Τζαλάτ εντ- Ντιν Ρούμι, στο οποίο προσωποποιεί την ψυχή, που περιγράφει την εξέλιξή της μέχρι το ανθρώπινο αλλά κι αυτή που διαφαίνεται :

« Πέθανα σαν ορυκτό κι έγινα φυτό,

πέθανα σαν φυτό και ξαναγεννήθηκα σαν ζώο,

πέθανα σαν ζώο και γεννήθηκα άνθρωπος.

Γιατί λοιπόν να φοβάμαι; Πότε μίκρυνα πεθαίνοντας;

Την επόμενη φορά θα πεθάνω σαν άνθρωπος,

για να μπορέσω να βγάλω τα φτερά του αγγέλου.

Και από τον άγγελο πρέπει ακόμα να προχωρήσω,

για άλλη μια φορά θα τραβήξω το δρόμο μου

πάνω από τους αγγέλους και θα γίνω αυτό που

δεν μπορεί να συλλάβει η φαντασία.


Αληθινά σε ΕΚΕΙΝΟΝ επιστρέφουμε ».

Έχοντας ο Καζαντζάκης την επίδραση της θεοσοφίας, μας παροτρύνει :

« Αγάπα τον άνθρωπο, γιατί είσαι συ.

Αγάπα τα ζώα και τα φυτά, γιατί ήσουνα συ, και τώρα σε ακλουθούν πιστοί συνεργάτες και δούλοι.

Αγάπα το σώμα σου• μονάχα με αυτό στη γης ετούτη μπορείς να παλέψεις και να πνεματώσεις την ύλη.

Αγάπα την ύλη• απάνω της πιάνεται ο Θεός και πολεμάει. Πολέμα μαζί του. »

Και συνεχίζει:

« Αν είσαι σοφός, πολέμα στο κρανίο, σκότωνε τις ιδέες, δημιούργα καινούριες. Ο Θεός κρύβεται μέσα σε κάθε ιδέα όπως μέσα σε σάρκα. Σύντριψε την ιδέα, λευτέρωσέ τον! Δώσε του μιαν άλλη ιδέα, πιο απλόχωρη, να κατοικήσει. »

Tί αποκόμισε ο Καζαντζάκης από τη θητεία του στον Τεκτονισμό και το συγχρωτισμό του με τη θεοσοφική σκέψη; Πρώτα απ’ όλα τις ουμανιστικές του ιδέες και την μεγάλη αγάπη για τον κατατρεγμένο άνθρωπο, τα οποία απόδειξε με την αποστολή για τον επαναπατρισμό των Ελλήνων από τον Πόντο και τη Ρωσία. Επίσης την τάση του για το θρησκευτικό συγκρητισμό, όπως φαίνεται στην “Ασκητική”, αλλά κυρίως το πλάσιμο της δικής του κοσμοθεωρίας, του δικού του Θεού, όπως τον λογιάζει η καρδιά του.

Ο συγγραφέας συμβουλεύει τον ανήσυχο κι ασυμβίβαστο μαχητή της ζωής:

« Ό,τι ζεις στην έκσταση ποτέ δε θα μπορέσεις να το στερεώσεις σε λόγο. Όμως μάχου ακατάπαυτα να το στερεώσεις σε λόγο. Πολέμα, με κοινές και σπάνιες λέξεις, με κραυγές και με ρίμες να του δώσεις σάρκα, να στερεώσει!

Όμοια κάνει κι ο Θεός, ο Μέγας Εκστατικός. Μιλάει, μάχεται να μιλήσει, με θάλασσες και με φωτιές, με φτερά, με χρώματα, με κέρατα, με νύχια, με αστερισμούς και πεταλούδες, με ανθρώπους, όπως μπορεί, για να στερεώσει την έκστασή του.
Είμαι κι εγώ, σαν κάθε πράμα ζωντανό, στο κέντρο του παγκόσμιου στρόβιλου. Είμαι στο μάτι των τεράστιων ποταμών, κι όλα γύρα μου χορεύουν κι ο κύκλος στενεύει ολοένα ορμητικότερος και χύνουνται ουρανός και γης στην κόκκινη καταβόθρα της καρδιάς μου.

Κι ο Θεός με αντικρίζει με τρόμο κι αγάπη – άλλη ελπίδα δεν έχει- και λέει: « Τούτος ο Εκστατικός, που όλα τα γεννάει, τα χαίρεται και τα εξαφανίζει, τούτος ο Εκστατικός είναι Γιός μου!»

πηγή:http://vagia-gr.blogspot.com/2009/02/4.html